Γέφυρα Δεβοσέτου στο Αργοστόλι Κεφαλονιάς.
Αναμφισβήτητα στο πέρασμα των χρόνων η γέφυρα De Bosset αποτελεί σημείο αναφοράς για το Αργοστόλι αλλά και για την Κεφαλλονιά και από την εποχή της κατασκευής της μέχρι και σήμερα έχει αντέξει πολλά.
Το 1810 επί Αγγλοκρατίας διορίστηκε στρατιωτικός και πολιτικός διοικητής της Κεφαλονιάς ο Ch. Ph. de Bosset, ο οποίος μεταξύ άλλων διαπίστωσε ότι η πόλη του Αργοστολίου ήταν απομονωμένη από το βορειανατολικό τμήμα του νησιού. Ο De Bosset πρότεινε τότε (το 1812) στο Τοπικό Κυβερνητικό Συμβούλιο την κατασκευή μιας γέφυρας μέσα στον κόλπο του Αργοστολιού, που θα ένωνε την πόλη με την απέναντι ακτή του Δραπάνου, προκειμένου να είναι ασφαλείς οι μετακινήσεις.
Το έργο δεν ήταν εύκολο λόγω του βάθους των νερών καθώς και των δύσκολων οικονομικών συνθηκών της τοπικής διοίκησης, δυσκολίες όμως αντιμετωπίστηκαν και η κατασκευή της γέφυρας ξεκίνησε.
Αυτό το μοναδικό για την εποχή του έργο ο De Bosset δεν πρόλαβε να το δει ολοκληρωμένο, λόγω μετάθεσής του. Στη συνέχεια το έργο συνεχίστηκε από τον Ch. J Narier(1822-1824, 1825-1830), ο οποίος τελειοποίησε τη γέφυρα και ολοκληρώθηκε επί του Βρετανού βαρόνου C. J. D’ Everton (1842-1848), ο οποίος μαζί με την τότε διοίκηση του νησιού αποφάσισαν την ανακατασκευή της εξ ολοκλήρου με πέτρα και με μεγαλύτερο πλάτος.
Oι ιταλικοί βομβαρδισμοί όμως το 1940 προκάλεσαν ρωγμές στη γέφυρα και οι καταστροφικοί σεισμοί του Αυγούστου του 1953 προκάλεσαν ακόμη μεγαλύτερη ζημιά στο φέροντα οργανισμό, με αποτέλεσμα να βουλιάξει ένα μεγάλο τμήμα της.
Μετά τις μετασεισμικές εργασίες ριζικής πλέον επισκευής, εργασίες που επαναλήφθηκαν , οκτώ χρόνια μετά, το 1969 – η γέφυρα δόθηκε στην κυκλοφορία, αν και ταυτόχρονα υπήρξε προβληματισμός για τη διέλευση οχημάτων. Η πρόταση για πεζοδρόμηση της γέφυρας θα έλυνε το πρόβλημα. Οι αντιπαραθέσεις όμως στην τοπική κοινωνία καθυστερούσαν τη λύση του προβλήματος.
Η λύση δόθηκε το Μάρτιο του 1970, οπότε η γέφυρα De Bosset χαρακτηρίστηκε ιστορικό διατηρητέο μνημείο και με το Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο Αργοστολίου του Αντώνη Τρίτση ορίστηκε να γίνει πεζόδρομος (1985). 16 χρόνια μετά, το 2001, το Υπουργείο Πολιτισμού (ΥΠ.ΠΟ.) αποφάσισε οριστικά την πεζοδρόμησή της για λόγους προστασίας.
Το 2003 ανατέθηκε η μελέτη αποκατάστασης της στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ενώ στις 19 Ιουλίου του 2005 αποφασίστηκε οριστικά να κλείσει η γέφυρα για τα αυτοκίνητα. Η μελέτη του 2007 για την τελική αποκατάσταση και ενίσχυση της γέφυρας προέβλεπε επιτέλους, μετά την αποκατάστασή της, την επαναχρησιμοποίησή της αποκλειστικά ως πεζοδρόμου. Το 2014, παρά τις υψηλές τιμές επιταχύνσεων που καταγράφηκαν από τους ισχυρούς σεισμούς, απέδειξε ακόμη μια φορά ότι αντέχει και τελικά το 2016, μετά από πάρα πολλούς «κυματισμούς», η μεγαλύτερη λίθινη γέφυρα της Ευρώπης με μήκος 900 περίπου μέτρα παραδίδεται στους κατοίκους της Κεφαλονιάς ως πεζόδρομος.
Για τους Αργοστολιώτες και για τους Κεφαλλονίτες γενικότερα η γέφυρα De Bosset (Δεβοσέτου) ή γέφυρα του Αργοστολίου ή γέφυρα του Κουτάβου, ο «Πόντες» για τους παλιότερους, και η Γέφυρα για τους νεώτερους είναι η δική τους Γέφυρα, η Γέφυρα μέσω της οποίας θα πραγματοποιηθεί η λιτανεία της Παναγίας της Δραπανιώτισσας, η Γέφυρα που σ’ αυτήν θα περπατήσουν σκεπτόμενοι οι μεγαλύτεροι τα καθημερινά τους προβλήματα, οι οικογένειες που θα απολαύσουν τη βόλτα τους, οι νέοι που θα κάνουν τις ρομαντικές τους «περατζάδες», αφήνοντας όλοι στη Γέφυρα ένα κομμάτι του εαυτού τους και της καρδιάς τους.
Αυτή είναι η Γέφυρα Δεβοσέτου μια γνήσια Κεφαλονίτισσα, φιλόξενη και κοινωνική αλλά ταυτόχρονα πεισματάρα και ιδιόρρυθμη, που αντέχει στις δυσκολίες και δίνει μαθήματα αξιοπρέπειας και δύναμης.